Τρίτη, 15 Ιουλίου⋅9:00 – 11:30 μμ
Αυλή Δημοτικού Θεάτρου Άνδρου
Το σχισμένο παραπέτασμα
σκηνοθεσία Άλφρεντ Χίτσκοκ
με τους: Πωλ Νιούμαν, Τζούλι Άντριους, Λίλα Κέντροβα, Γκύντερ Στρακ, Γκίζελα Φίσερ, Βόλφγκανγκ Κίλινγκ.
Ένας πυρηνικός επιστήμονας προκειμένου να εξασφαλίσει έναν μαθηματικό τύπο από κάποιον καθηγητή στη Λειψία, προσποιείται ότι προδίδει τις ΗΠΑ και καταφεύγει στο Ανατολικό Βερολίνο. Μαζί του έρχεται και η μνηστή του. Η περιπέτεια στην οποία εμπλέκονται και οι δύο τους τους οδηγεί σε μια παροδική κρίση και σε έναν φόνο, του σωματοφύλακά του, ο οποίος καταλαβαίνει την αλήθεια.
Παραλειπόμενα
- Ο Hitchcock εμπνεύστηκε το θέμα της ταινίας του από την αληθινή ιστορία των βρετανών διπλωματών Guy Burgess και Donald Maclean, που το 1951 είχαν αυτομολήσει στην ΕΣΣΔ. Βέβαια, εκείνη η ιστορία δεν είχε την τροπή αυτής στην ταινία.
- Ο συγγραφέας Vladimir Nabokov δεν φάνηκε αδιάφορος, αλλά απέρριψε την πρόταση του μαιτρ να αναλάβει το σενάριο. Αισθάνονταν ότι γνώριζε ελάχιστα για το είδος του πολιτικού θρίλερ.
- Ο ιρλανδο-καναδός Brian Moore πήρε τη δουλειά του σεναριογράφου ως γνώστης γυναικείων χαρακτήρων, μια κι εδώ ήταν ρόλος κλειδί αυτός της γραμματέως. Παρότι όμως το σενάριο που παρέδωσε πρόσφερε βασικά σημεία στο τελικό φιλμ, δεν άρεσε ούτε στον Hitchcock ούτε στη Universal. Κι ενώ σεναριογράφος και σκηνοθέτης ήρθαν σε λεκτική ρήξη, ο Hitchcock προσέλαβε τους Keith Waterhouse και Willis Hall, οι οποίοι προχωρούσαν μέρα με την ημέρα τη δουλειά τους πάνω στο κείμενο ενόσω η ταινία γυρίζονταν. Η συνδικαλιστική τους όμως ένωση επέτρεψε μόνο το όνομα του Brian Moore στους τίτλους.
- Στα “θέλω” του Hitchcock για τους κεντρικούς ρόλους ήταν η Eva Marie Saint, η Samantha Eggar, αλλά και ο Cary Grant (την εποχή που είχε προγραμματίσει την απόσυρση του). Το στούντιο ήταν που επέβαλε τους σταρ Paul Newman και Julie Andrews, ακόμα κι αν για τον δημιουργό δεν ταίριαζαν στους ρόλους, ενώ και οι μεγάλοι τους μισθοί μείωσαν το διαθέσιμο μπάτζετ.
- Τα γυρίσματα έπρεπε να ολοκληρωθούν σε ένα μικρό χρονικό διάστημα, μια και η Julie Andrews δεν ήταν διαθέσιμη για περισσότερες μέρες. Για αυτό και το σενάριο γράφονταν επιτόπου.
- Ο Hitchcock ήθελε τα γυρίσματα να γίνουν στο ανατολικό μπλοκ, προς χάριν αυθεντικότητας. Οι αξιωματούχοι όμως της Ανατολικής Γερμανίας ήθελαν πρώτα μια κόπια του σεναρίου για να δώσουν την οποιαδήποτε άδεια. Ο Brian Moore είχε αργότερα δηλώσει πως αν το πάλευε περισσότερο ο Hitchcock, θα πετύχαινε να γίνουν γυρίσματα στην Ανατολική Ευρώπη. Εντέλει αυτά που βλέπουμε είναι στο Βερολίνο (τη δυτικού ελέγχου όμως πλευρά), την Κοπεγχάγη και κυρίως σε στούντιο του Λος Άντζελες.
- Το χαρακτηριστικό κάμεο του Alfred Hitchcock έρχεται στο 8ο λεπτό, όπου ο μαιτρ κάθεται στην είσοδο ενός ξενοδοχείου, κρατώντας ένα μωρό.
- Ο Steven Spielberg είχε αποκαλύψει ότι νεαρός τότε είχε τρυπώσει στα γυρίσματα στο στούντιο, κατάφερε να περιφέρεται σε αυτά επί 45 λεπτά, μέχρι που κάποιος βοηθός τον εντόπισε και του ζήτησε να φύγει.
- Η παραγωγή συνέπεσε με τα βίαια επεισόδια στο Λος Άντζελες τον Αύγουστο του 1965. Η σύμπτωση εδώ είναι ότι ο γερμανός ηθοποιός Wolfgang Kieling αισθάνθηκε λόγω αυτών αηδιασμένος με τις ΗΠΑ, και αυτομόλησε στην Ανατολική Γερμανία.
- Δεν πήγε άσχημα στα ταμεία η ταινία (χαμηλά όμως για τον συγκεκριμένο δημιουργό), αλλά οι κριτικοί επεσήμαναν ότι το φιλμ ήταν παλιομοδίτικο και γεμάτο κλισέ, στερώντας από τον Hitchcock ένα μακρύ σερί κριτικών επιτυχιών. Ακόμα και σήμερα δεν έχει γίνει κάποια επαναξιολόγηση ως προς την αξία της, ενώ η συνέχεια (Τοπάζ) ήταν ακόμα κατώτερης αποδοχής.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Hitchcock και Universal ζήτησαν από τον Bernard Herrmann ένα ποπ & τζαζ μουσικό σκορ, και αν ήταν δυνατόν ένα τραγούδι για την Julie Andrews. Κανείς όμως από τους δύο εντολείς δεν έμεινε ευχαριστημένος από αυτό που παραδόθηκε, και κάπου εδώ τελείωσε άδοξα μια μακρά και ένδοξη συνεργασία ανάμεσα στον Hitchcock και τον Herrmann. Η μουσική όμως που έγραψε ο Herrmann όχι μόνο δεν χάθηκε, αλλά υπό την εποπτεία του Elmer Bernstein ηχογραφήθηκε με τη φιλαρμονική του Λος Άντζελες και έτυχε αναγνώρισης μεγαλύτερης από τη μουσική του αντικαταστάτη του, John Addison.