Νέα

“Ιστορίες μνήμης και καρδιάς”. Του Γιώργου Σπέη

Ιστορίες μνήμης και καρδιάς

Στην  Άνδρο πρωτοήρθα το 1975. Ήταν ένα  επεισοδιακό καλοκαίρι για μένα. Θα πήγαινα να υπηρετήσω 3 μήνες και κατέληξα 3 χρόνια, που άλλαξαν τη ζωή μου. Από τότε ήρθα πάρα πολλές φορές τόσο για διασκέδαση όσο και για να ψάξω το νησί. Έμαθα πολλά και πάνω απ’ όλα γνώρισα πολύ ωραίους ανθρώπους. Για κάποιους από αυτούς θα σας πω γιατί ξεχώρισαν στη μνήμη μου. Όχι γιατί δεν υπήρξαν άλλοι και μάλιστα πολύ σπουδαίοι αλλά γιατί τους θυμάμαι με ιδιαίτερο τρόπο. Θα μιλήσω λοιπόν για τέσσερεις.

Το Δίπορτο στον Όρμο Κορθίου 1988, σημερινό Sea Satin- Nino, φωτογραφία: Βασίλης Νίνος

Ήταν ένα καλοκαίρι με αρκετή ζέστη. Είχαμε πάει στο Κόρθι και εκεί στη μικρή πλατεία στη μέση του Όρμου ήταν ένα μικρό εστιατόριο-καφέ, που το έλεγαν το «Δίπορτο». Είχε δύο εισόδους. Φυσικά κάποια στιγμή πήγα μέσα στο μαγαζί και στον τοίχο πρόσεξα ένα σχέδιο με μολύβι. Ήταν ένας σιδεράς που δούλευε στο αμόνι του. Εκείνη την εποχή έκανα έρευνα σε ένα περίεργο θέμα. Είχα παρατηρήσει ότι σε σιδερένια εργαλεία, δρεπάνια, κλαδευτήρια, τσεκούρια, από διάφορα μέρη της Ελλάδας υπήρχαν σφραγίδες με μονογράμματα και ονόματα. Ήθελα να μάθω το γιατί το έκαναν οι σιδεράδες, της περασμένης εποχής.

Το σκίτσο του μπάρμπα Γιάννη, του σιδερά, φωτογραφία: Βασίλης Νίνος, Δημήτρης Αντωνέλλος

 

Στο Δίπορτο μου είπαν ότι ο σιδεράς του σχεδίου, ο μπάρμπα Γιάννης ζούσε, ήταν πάνω από 90, και ερχόταν. Οπότε κανόνισα να είμαι εκεί για να τον συναντήσω και να του πάρω συνέντευξη. Πράγμα που έγινε και τότε έμαθα κάτι που είναι αδύνατον να το ξεχάσω. Ήταν το πιο ποιητικό πράγμα που έχω ακούσει σε όλες μου τις έρευνες. Τον ρώτησα λοιπόν αν έβαζε κάτι στα σιδερένια εργαλεία που έφτιαχνε. Η απάντηση ήταν καταφατική, όντως έβαζε. Μάλιστα όπως οι παλιοί σιδεράδες όλο το χρόνο έφτιαχνε δρεπάνια για τους θεριστάδες ώστε να είναι έτοιμα το καλοκαίρι για να τα δουλέψουν. Το επόμενο ερώτημα ήταν τι έβαζε. Και αυτό που είπε με άφησε εκστατικό. Έβαζε ένα πουλάκι «για να κελαηδά το δρεπάνι όταν το δούλευαν!» Δυστυχώς δεν είχα το μαγνητόφωνο μαζί μου αλλά δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Το συναίσθημα στη «βάναυση» τέχνη! Αγαπούσε τη τέχνη του και την σεβόταν! Έμαθα ότι το σχέδιο με το μπάρμπα Γιάννη υπάρχει στο σπίτι του παλιού ιδιοκτήτη.

 

Γιάννης Δημοσθένη Ρέρρας (1920 – 2004) φωτογραφίες Μαριγγέλα Γρηγορίου

Ο επόμενος ήταν ο Γιάννης Ρέρρας. Όπως μου είχε πει ο Δ. Πολέμης ήταν ένας

μορφωμένος αγρότης, είχε τελειώσει γυμνάσιο. Αυτός ήταν ο άνθρωπος που με έβαλε στον αγροτικό κόσμο της Άνδρου.

Με έμαθε πάρα πολλά. Του φαινόταν περίεργο που εγώ, ένας ξένος από την Αθήνα ήθελα να μάθω αυτά τα πράγματα. Μου διηγήθηκε για τη Κατοχή όπου γυρνούσαν τις μυλόπετρες στα λιοτρίβια ξυπόλητοι να μην κάνουν φασαρία και έρθουν οι Ιταλοί.

Μου έδειξε τα «ντουλάπια», που είναι από τα πιο σημαντικά αλλά καταφρονημένα μνημεία της Άνδρου.

Έτσι μπόρεσα να τα καταγράψω και να τα τοποθετήσω στο χάρτη. Σήμερα έχουμε μάθει πολλά και μάλιστα από το κείμενο που έγραψε ο ίδιος ο Ρέρρας για τα μελίσσια στη περιοχή Γαυρίου. Παρέλασαν μια πλειάδα από «άγνωστες» λέξεις για μένα, αλοιφός, σκούρκος, βόρβιθα, σέλκι, κούλπερη, καλούτσα, και όλη η τεχνολογία της μελισσοκομίας. Αλλά οι πληροφορίες συνέχισε με τα λιοτρίβια της Άνδρου, το ρακί από μέλι που θα μπορούσε να είναι χρυσάφι για τον αγροτικό κόσμο της Άνδρου. Τελικά έμειναν πάρα πολλά ακόμα που δεν κατέγραψα και μάλλον χάθηκαν για πάντα.

 

 

ο μπάρμπα Γιάννης ο Χρυσοστράτης. φωτογραφία 2012, VangLouk

Άλλος ένας αγρότης μου έδειξε πολύ σημαντικά πράγματα. Αυτός ήταν ο μπάρμπα Γιάννης ο Χρυσοστράτης. Ήθελε να μιλήσει και σίγουρα μίλησε. Μου είπε και έδειξε πολλά . Δεν θα ξεχάσω όμως τη τελευταία φορά που τον συνάντησα. Τότε είχαν έρθει οι ξένοι μυλολόγοι και θα πηγαίναμε στον Προφήτη Ηλία στο Πισκοπειό να δούμε τον ταβλόμυλο. Μου έλεγε ότι είχε πρόβλημα με τη καρδιά του και δεν θα μπορούσε να έρθει. Μας έκανε ξενάγηση στου Φολερού και εγώ ήμουν ο μεταφραστής. Μου επανέλαβε ότι δεν θα μπορούσε να έρθει μαζί και φυσικά εγώ το καταλάβαινα. Όμως μετά ήρθε μαζί για να δει. Ανέβηκε, τα κατάφερε και ήταν πολύ ευχαριστημένος. Δεν θα ξεχάσω όταν τον πρωτογνώρισα για να μου εξηγήσει για το ταβλόμυλο. Εγώ ήθελα να καταλάβω ακριβώς και εκείνος δεν είχε την υπομονή. «Μα δεν καταλαβαίνεις», μου είπε με θυμό και εγώ παραδεχόμουν ότι χρειαζόμουν να καταλάβω ακριβώς, οπότε τον έβαλα να σχεδιάσει πως ήταν ο μύλος. Έτσι σήμερα έχω το σχέδιό του σε αντιπαράθεση με το δικό μου από εκπαιδευμένο σχεδιαστή. Ότι έχει το δικό μου το έχει και το σχέδιο του Χρυσοστράτη αλλά η δική μου αντίληψη μιας μηχανής είναι διαφορετική από εκείνη του εμπειρικού ανθρώπου που μπορούσε να τη κατασκευάσει. Πιο κάτω βλέπετε στα σχέδια και μαντέψτε ποιο είναι ποιανού.

 

Ο τελευταίος που θα ήθελα να μιλήσω για αυτόν είναι ένας από τους καταφρονημένους στο νησί γιατί ο κόσμος δεν μπορούσε να τον καταλάβει. Εδώ θα καταθέσω μια ιστορία με αυτόν. Δεν θα πω ποιος είναι αλλά μάλλον θα καταλάβετε. Είχαμε πάει αργά εκείνο το βράδυ να καθίσουμε για ένα ποτό. Ο Πιτροφός και όλη η πλαγιά απλωνόταν κάτω. Ερχόμασταν από το Κόρθι μέσω Σταυροπέδας. Είχε απλωθεί η δροσιά του σούρουπου. Με υποδέχτηκε και έλαμψαν τα μάτια του. Μου είπε να σου δείξω κάτι και ήρθε με κάτι τυλιγμένο σε μια χαρτοπετσέτα. Για δες τι είναι αυτό! Και άνοιξε να δω. Ήταν ένας λουλάς από παλιό ναργιλέ. Φυσικά ήταν πήλινος από εξαιρετικό πηλό, που οδηγούσε κατευθείαν στον Τοπ χανέ της Πόλης γύρω στα τέλη του 18ου αιώνα. Το μυαλό μου πήγε στους πρώτους ραϊσηδες από τη Άνδρο, που έφερναν πολύτιμα αντικείμενα στο νησί. Του τα είπα αυτά και εκείνος ενθουσιάστηκε. Έτσι μου το χάρισε.

Η ιστορία δεν σταματά εδώ όμως. Πέρασε καιρός και είχα πάει στον μισογκρεμισμένο πύργο του Μπίστη στις Στενιές. Ήλπιζα να βρω κάποιο παλιό αγγείο για την έρευνα για την αγγειοπλαστική. Όντως βρήκα το μεγάλο οξυπύθμενο πιθάρι στο κατώι. Το φωτογράφισα και πήρα τις διαστάσεις του. πρέπει να ήταν από την εποχή που χρίστηκε ο πύργος, τέλη 17ου αιώνα γιατί πρώτα το έβαλαν μέσα και μετά έχτισαν τους τοίχους αλλιώς δεν χωρούσε να περάσει από τη πόρτα! Έτσι μάλλον το έσωσα για τη μνήμη γιατί όπως διαπίστωσα αργότερα είχε κάνει φτερά μέσα από το γκρεμισμένο τοίχο. Μάλλον σήμερα στολίζει το σαλόνι κάποιου από τους πολλούς ασυνείδητους. Όμως ψάχνοντας βρήκα κάτι που μου φάνηκε σημαντικό, ήταν ένα μποτίνι γυναικείο με ξυλόκαρφα, μάλλον από τις αρχές του 20ου αιώνα, όταν ο πύργος είχε ακόμα κάποιες δόξες. Το πήρα μαζί. Ήταν το τέλειο δώρο για το φίλο μου που έκανε συλλογή από παπούτσια και του το πήγα. Το πρόσωπό του έλαμψε.  Ήξερε ότι τον εκτιμούσα και αυτό ήταν μια μικρή απόδειξη. Δεν θα ξεχάσω ποτέ να καθόμαστε μέσα στο τζάκι για τα χοιροσφάγια και να κουτσοπίνουμε λέγοντας ιστορίες για τη  παλιά Άνδρο, που πια δεν υπάρχει μαζί με αυτούς τους ανθρώπους.

 

Ο Γιώργος Σπέης γεννήθηκε το 1950 στην Αθήνα. Σπούδασε Ηλεκτρολόγος Μηχανικός στην Αμερική. Έχει εργασθεί ως μηχανικός, μελετητής ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων, μηχανικός στη βιομηχανία και το μεγαλύτερο μέχρι σήμερα διάστημα, στην Πληροφορική σε διάφορες εταιρείες, καθώς και ως ελεύθερος επαγγελματίας. Τα τελευταία

χρόνια εργάζεται σε ανώτατες θέσεις ιδιωτικών εταιρειών. Παράλληλα, ερασιτεχνικά από το 1976 ασχολήθηκε με την Λαογραφία. Στα πλαίσια αυτά μέσα από το Σωματείο “Εταιρεία Λαογραφικών Μελετών” βοήθησε στην δημιουργία συλλογής με αντικείμενα του υλικού βίου με σκοπό τη δημιουργία Μουσείου Λαϊκών Τεχνών και Επαγγελμάτων. Η συλλογή από 1200 αντικείμενα έγινε δωρεά στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και εκτίθεται σαν Παράρτημα του Μουσείου Λαϊκής Τέχνης στην Πλάκα. Σε αυτήν την έκθεση συμμετείχε ενεργά στο σχεδιασμό και τον τρόπο παρουσίασης. Για αυτήν την συλλογή, μετά από μελέτη, έγραψε βιβλίο που κυκλοφόρησε από το Υπουργείο Πολιτισμού, με τίτλο “Παραδοσιακές τέχνες και επαγγέλματα”, το 1995. Το βιβλίο προτείνεται από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου σαν ένα από τα βιβλία στον κύκλο της Λαογραφίας. Πρόσφατα μάλιστα έγινε και δεύτερη έκδοση αυτού. Εκτός από την συλλογή αντικειμένω

ν απ’ όλη την Ελλάδα, έχει κάνει καταγραφές που αφορούν επαγγέλματα δημιουργώντας σχετικό αρχείο με ηχογραφήσεις και φωτογραφίες. Έχει συμμετάσχει ως ομιλητής σε συνέδρια με θέματα σχετικά με τον υλικό βίο σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Έχει συμμετάσχει σε εργασίες παρουσίασης και προβολής του λαϊκού πολιτισμού για διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Επίσης μελέτες και άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες, περιοδικά και πρακτικά συνεδρίων και εκτός Ελλάδος. Έχει βραβευθεί με έπαινο από το Λαογραφικό Αρχείο της Ακαδημίας Αθηνών για την συλλογή πληροφοριών και την συγγραφή βιβλίου με τον τίτλο “Εγνούσα, Μαρτυρίες και Παραδόσεις του νησιού μας” το 2001. Αλλά βιβλία του που έχουν κυκλοφορήσει είναι: “Γκλεζούνι, Η δημιουργία της ναυτιλίας των Οινουσσών μέσα από ένα μαθηματάριο του 1874 βασισμένο στην Λογαριαστική του Εμμανουήλ Γλυζούνιου του 16ου αιώνα”, 1997. “Τα λιοτρίβια και η ελιά στην Ανδρο”, 2000. “Τα αιγνουσιώτικα σόγια”, 2001. “Η μελισσοκομία στην Ανδρο”, 2003.

Αφήστε ένα σχόλιο

Εγγραφείτε στο Ενημερωτικό Δελτίο μας

Εάν θέλετε να λαμβάνετε καθημερινά τα νέα μας καταχωρίστε το email σας στην παρακάτω φόρμα.
Διατηρούμε τα δεδομένα σας ιδιωτικά. Για περισσότερες πληροφορίες και ενημέρωση σχετικά με τα δικαιώματά σας διαβάστε την Πολιτική Απορρήτου μας.

Video της Ημέρας

Αρχείο

Βρείτε μας και στα Socia Media

© 2018 - 2023 | Ο Περίγυρος της Κινηματογραφικής Λέσχης της Άνδρου | Crafted by  Spirilio